Τα ψέματα της Πρωταπριλιάς είναι ένα έθιμο που μας έχει έρθει από την Ευρώπη. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές σχετικά με τον τόπο και τον χρόνο που γεννήθηκε το έθιμο αυτό. Δύο από αυτές, όμως, είναι οι επικρατέστερες.
Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή, το έθιμο ξεκίνησε από τους Κέλτες.
Λαός της βορειοδυτικής Ευρώπης, οι Κέλτες, ήταν δεινοί ψαράδες. Η εποχή του ψαρέματος ξεκινούσε την 1η Απριλίου. Όσο καλοί ψαράδες όμως και να ήταν, την εποχή αυτή του χρόνου τα ψάρια πιάνονται δύσκολα. Έτσι και αυτοί, όπως προστάζει ο "κώδικας δεοντολογίας" των ψαράδων όλων των εποχών, έλεγαν ψέματα σχετικά με τα πόσα ψάρια είχαν πιάσει.
Φράση που λέγεται – συχνά ειρωνικά – όταν προτείνουμε την αναβολή ή τη χρονική μετάθεση αποφάσεων ή ενεργειών, επικαλούμενοι τη σπουδαιότητά τους.
Προέρχεται από τον Πλούταρχο (Βίος Πελοπίδα 10). Ανήκει στον Θηβαίο στρατηγό Αρχία, φίλο των Σπαρτιατών, ο οποίος, όταν σε ένα συμπόσιο κάποιος του επέδωσε ένα γράμμα, που περιείχε την πληροφορία ότι κινδύνευε από τους δημοκρατικούς και τον Πελοπίδα, εκείνος - πάνω στο γλέντι και μέσα στη χαρά του, πάνω στη μέθη της δύναμής του και της εξουσίας - αμέλησε να το ανοίξει. Αντί, λοιπόν, να διαβάσει την επιστολή, την έβαλε στην άκρη σχολιάζοντας «ἐς αὔριον τά σπουδαῖα».
Σε λίγο πλήρωσε το κόστος αυτής της αναβολής: δολοφονήθηκε και ο ίδιος και οι φίλοι του.
Πηγή: άσπρη λέξη